Τιμές: Πόσο πιο "πικρός" θα γίνει ο καφές;

Προ των πυλών είναι μεγάλες αυξήσεις στην τιμή του καφέ, της πιο φθηνής διασκέδασης για τους Έλληνες, ειδικά για τους νέους, λόγω του συνδυασμού διεθνών τιμών και ολοκλήρωσης του χρονικού ορίζοντα για τον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στο 13%.

Συγκεκριμένα, οι διεθνείς τιμές από τα 1,8 δολάρια έφτασαν στα 2,5 δολάρια ανά λίβρα, από τα μέσα Μαρτίου ως τα μέσα Απριλίου, ένεκα των καιρικών συνθηκών και των εκτιμήσεων για επιπτώσεις στις καλλιέργειες στη Βραζιλία και το Βιετνάμ. Ουσιαστικά καταγράφεται μια διαφορά κατά περίπου 9%.

Όμως ήδη ο ορίζοντας είναι ακόμη πιο θολός. Είναι ενδεικτικό ότι τον Ιανουάριο του 2024 η τιμή για την γνωστή ποικιλία καφέ Robusta ανερχόταν στα 2.689 δολάρια ο τόνος, ενώ τον Μάιο του ’24 η αύξηση εκτιμάται στο 50% με αποτέλεσμα να αγγίζει τα 4.500 δολάρια ο τόνος.

Επιπλέον, στα ύψη είναι και το λειτουργικό κόστος (αύξηση μισθών, ενοίκια), ενώ και η ένταση στη Διώρυγα του Σουέζ εξαιτίας των επιθέσεων των Χούθι, έχει αυξήσει τα ναύλα και τα ασφάλιστρα.

Να σημειωθεί ότι στη χώρα μας η συνολική αξία της κατανάλωσης εντός και εκτός σπιτιού να φτάνει τα 3,4 δισεκατομμύρια ευρώ . Υπολογίζεται ότι η συνολική κατανάλωση σε όγκο ξεπερνά τα 40.000 κιλά ετησίως.

Ο ΦΠΑ

Την ίδια ώρα, η περίοδος ισχύος του μειωμένου συντελεστή 13% ΦΠΑ  στον καφέ εκπνέει στο τέλος του Ιουνίου κι έτσι εφόσον δεν υπάρξει σχετική παράταση αναμένεται αυτόματα να ανέβουν “σκαλί” οι τιμές κατά τουλάχιστον 11%.

Με αυτά τα δεδομένα στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι το επόμενο διάστημα οι ανατιμήσεις μπορεί να ξεπεράσουν το 20% κι έτσι αναπόφευκτα θέτουν επί τάπητος το ζήτημα της φορολογίας και δη της παραμονής του καφέ στον μειωμένο συντελεστή ώστε να μην υπάρξει μεγαλύτερη επιβάρυνση για τους καταναλωτές.

Υπενθυμίζεται ότι με βάση το υφιστάμενο καθεστώς μέχρι τέλος Ιουνίου ο συντελεστής ΦΠΑ στον καφέ είτε σερβίρεται στο κατάστημα είτε λαμβάνεται “σε πακέτθα είναι 13%.

Ήδη, πάντως, η Ελληνική Ένωση Καφέ, που αναμένεται να τοποθετηθεί επί του θέματος σε συνέντευξη τύπου την ερχόμενη Πέμπτη, έχει σημάνει το σχετικό “καμπανάκι”. Πρίν λίγες εβδομάδες στη συνάντηση που είχε πραγματοποιήσει πριν από λίγο καιρό με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη έθεσε  το θέμα της κατάργησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στον καφέ ο οποίος επιβαρύνει ετησίως τον κλάδο με ποσό 140 εκατομμυρίων ευρώ με την προϋπόθεση βεβαίως ότι υπάρχει ο απαιτούμενος δημοσιονομικός χώρος, αντιπροτείνοντας δε, μέρος των συγκεκριμένων κρατικών εσόδων να διατίθεται για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου και του παράνομου εμπορίου στη χώρα μας. Σύμφωνα με την Ένωση, το αίτημα της κατάργησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, παραμένει επίκαιρο ιδιαίτερα στις μέρες μας όπου οι τιμές διαπραγμάτευσης του καφέ στα διεθνή χρηματιστήρια έχουν εκτοξευθεί λόγω επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, των αρνητικών γεωπολιτικών εξελίξεων, και των πληθωριστικών τάσεων που διέπουν το παγκόσμιο περιβάλλον γενικότερα επηρεάζοντας δυσμενώς την οικονομία της Χώρας μας με επιπλέον κόστη για το καταναλωτικό κοινό.

Η κυβέρνηση

Πάντως με βάση πληροφορίες, το ενδεχόμενο μείωσης του ΕΦΚ δεν είναι στον ορίζοντα, καθώς δεν υπάρχει ο σχετικός δημοσιονομικός χώρος, την ώρα που αναμένεται, μάλιστα, να ισχύσει και ο «κόφτης» στις πρωτογενείς δαπάνες αλλά και αυξημένες απαιτήσεις για πλεονάσματα. Ωστόσο λόγω της απειλής για “ράλι τιμών” συζητείται η παραμονή του καφέ που διατίθεται από τις υπηρεσίες εστίασης στο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13%. Η διατήρηση του μειωμένου ΦΠΑ κοστίζει, άλλωστε, 77 εκατ. ευρώ μαζί με τον μειωμένο ΦΠΑ για τα ταξί.

Πάντως ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, απαντώντας χθες, στο πλαίσιο της γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων στο αίτημα που διατύπωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Ιωάννης Γιώτης, για ορίζονται μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμά  επανέλαβε την απόρριψη του αιτήματος για μείωση του ΦΠΑ. «Δεν θα βάλω την υπογραφή μου σε αποσταθεροποίηση του προϋπολογισμού. Προτιμώ να γίνω δυσάρεστος μαζί σας», είπε ο υπουργός, ενώ αναφέρθηκε και στις επιπτώσεις που θα είχε αυτό το μέτρο στο ισοζύγιο πληρωμών χωρίς να είναι βέβαιο ότι η μείωση της τιμής θα φτάσει στον καταναλωτή. Δεν απέκλεισε ωστόσο τη μείωση άλλων φόρων -πέραν αυτών που έχουν ήδη προγραμματιστεί όπως η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών το 2025 – επισημαίνοντας ότι οι παρεμβάσεις αυτές θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα της μάχης κατά της φοροδιαφυγής.

«Είναι σε εξέλιξη η μάχη για την πάταξη την φοροδιαφυγής, με κόστος για την κυβέρνηση γιατί είναι αρκετοί εκείνοι που διαμαρτύρονται. Ωστόσο προχωρούμε σταθερά, ολοκληρώσαμε τη διασύνδεση των ταμειακών με τα POS και προχωρούμε με τα ERP. Αυτό φαίνεται ότι ήδη ξεκινά να αποδίδει, αλλά μην ξεχνάμε ότι φέτος έχουμε και αυξημένους δημοσιονομικούς στόχους. Θα κάνουμε “ταμείο” και θα δούμε τι περιθώρια υπάρχουν για αλλαγές στη φορολογική πολιτική. Πρέπει να έχουμε την πραγματική εικόνα, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε με εικασίες. Στόχος μας είναι να μειώσουμε γενικά τους φόρους και να ενισχύσουμε την κοινωνική πολιτική αλλά πριν κάνουμε το όποιο βήμα πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι το αντέχουμε», υπογράμμισε ο υπουργός.

Για το θέμα των τιμών, ο κ. Χατζηδάκης επανέλαβε ότι δεν υπάρχει μαγική γομολάστιχα σε καμία χώρα του κόστους που να διαγράφει το φαινόμενο του πληθωρισμού. «Τα μέτρα που ελήφθησαν είναι  προσωρινά και θα αρθούν όταν έρθει η ώρα και υπάρξει ομαλοποίηση της κατάστασης. Αυτό δεν θα συμβεί αύριο το πρωί, πάμε σε ομαλοποίηση σταδιακά», είπε. Σημείωσε δε ότι η εκτίμηση της ΕΕ για τον πληθωρισμό στη χώρα μας είναι πιο αισιόδοξη από την εκτίμηση της κυβέρνησης.

Οι τιμές

Πάντως εάν δεν αλλάξει κάτι και με δεδομένες αυξήσεις έως 20% η εικόνα διαμορφώνεται ως εξής::

– Φρέντο εσπρέσο (take away): 2 – 2,20€ (σήμερα), 2,40 – 2,60€ (με την αύξηση)

– Φρέντο καπουτσίνο (take away): 2,20 – 2,40€ (σήμερα), 2,60 – 2,90€ (με την αύξηση)

Βόμβα η ακρίβεια για τους νέους – Τι λένε οι έρευνες

Κι όλα αυτά την ώρα που συνολικά η ακρίβεια αποτελεί μια μεγάλη πληγή για τους νέους. Χαρακτηριστικά, το κόστος διαβίωσης είναι η βασική ανησυχία της Gen Ζ και των millennials, με βάση την έρευνα «2024 Gen Z και Millennial» της Deloitte, που διανύει το 13ο έτος της, εκπονήθηκε με σχεδόν 23.000 συμμετέχοντες από 44 χώρες (300 εξ’ αυτών από την Ελλάδα), και μελετά τις συνθήκες που διαμορφώνουν τον εργασιακό χώρο και τις κοινωνικές εμπειρίες αυτών των γενεών παγκοσμίως.

«Η φετινή έρευνα αναδεικνύει δύο γενιές που παλεύουν με την οικονομική ανασφάλεια, τα υψηλά επίπεδα άγχους και τις αυξανόμενες κλιματικές ανησυχίες. Εξετάζει επίσης πώς η ταχέως εξελισσόμενη τεχνολογία, όπως το GenAI, θα επηρεάσει τις θέσεις εργασίας και τις μακροπρόθεσμες αποφάσεις για τη σταδιοδρομία τους», αναφέρει η Elizabeth Faber, Global Chief People & Purpose Officer της Deloitte. «Βλέπουν όμως λόγους αισιοδοξίας για το επόμενο έτος και συνεχίζουν να πιέζουν για τις αλλαγές που θέλουν να δουν στον εργασιακό χώρο και την κοινωνία ευρύτερα».

Για τρίτη συνεχή χρονιά, το κόστος ζωής αποτελεί την κύρια ανησυχία της Gen Z και των millennials. Ειδικά για την Ελλάδα, οι Gen Zs κατά 40% αλλά και οι millennials κατά 48% κατατάσσουν το κόστος διαβίωσης στην πρώτη θέση των ανησυχιών τους. Παγκοσμίως, περίπου έξι στους δέκα Gen Zs (56%) και millennials (55%) ζουν μήνα με τον μήνα – πέντε μονάδες παραπάνω για τους Gen Zs συγκριτικά με πέρυσι και αντίστοιχα τρεις μονάδες παραπάνω για τους millennials, ενώ περίπου τρεις στους δέκα δηλώνουν ότι δεν αισθάνονται οικονομικά ασφαλείς.

Ωστόσο, υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία ότι οι συνθήκες μπορεί να βελτιωθούν. Λίγο λιγότερο από το ένα τρίτο της Gen Ζ και των millennials πιστεύουν ότι η οικονομική κατάσταση στις χώρες τους θα βελτιωθεί κατά το επόμενο έτος – το υψηλότερο ποσοστό από το 2020 όπως καταγράφηκε στην έρευνα για τους millennials, η οποία διεξήχθη λίγο πριν από την έναρξη της πανδημίας COVID-19.Σχεδόν οι μισοί από τους Gen Zs (48%) και τέσσερις στους δέκα millennials (40%) αναμένουν ότι η προσωπική τους οικονομική κατάσταση θα βελτιωθεί κατά το επόμενο έτος.

Με βάση επίσης έρευνα της diaNEOsis η ανασφάλεια κυριαρχεί στους νέους, καθώς την αναφέρει 1 στους 2 στο ερώτημα για το κυρίαρχο συναίσθημα. Δεύτερη, κατά σειρά, έρχεται η απογοήτευση με 44,3%. Ακολουθεί ο θυμός, με 29,7%. Το πρώτο θετικό συναίσθημα, η αισιοδοξία, εμφανίζεται τέταρτο κατά σειρά και περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2022, αλλά κατά περίπου 8 μονάδες χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2019. Όπως φαίνεται και σε άλλες παρόμοιες έρευνες, αλλά και στα προηγούμενα κύματα του “Τι πιστεύουν οι Έλληνες”, οι γυναίκες τείνουν να επιλέγουν πιο συχνά αρνητικά συναισθήματα σε αντίστοιχες ερωτήσεις.

2024-05-21T04:28:26Z dg43tfdfdgfd